Σάββατο 27 Αυγούστου 2011

H ώρα της απομυθοποίησης


του Δημήτρη Δημητράκου*

Το όνομα του Λένιν συνδέεται άμεσα με τη Ρωσική Επανάσταση, σίγουρα το μείζον πολιτικό γεγονός που σημάδεψε την αιματηρή πορεία του εικοστού αιώνα...Ο Λένιν πέθανε στις 21 Ιανουαρίου του 1924. H ημερομηνία του θανάτου του είναι σημαδιακή: συμπίπτει με εκείνη του αποκεφαλισμού του Λουδοβίκου ΙΣΤ' το 1793, ο οποίος έπεφτε θύμα μιας άλλης μεγάλης επανάστασης, της Γαλλικής.

Ο ιακωβινισμός του Λένιν

Ο παραλληλισμός δεν είναι αυθαίρετος. Και τα δύο γεγονότα σηματοδοτούν ένα σημείο κρίσης σε μια παρατεταμένη περίοδο δραματικών γεγονότων που σφραγίζουν την ιστορία της ανθρωπότητας. Ο θάνατος του Λουδοβίκου εγκαινιάζει την τρομοκρατική περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης, η οποία κλείνει με την εκτέλεση του εμπνευστή και καθοδηγητή της Μαξιμιλιανού Ροβεσπιέρου στο τέλος του Ιουλίου του 1794. Και ο θάνατος του Λένιν αποτελεί την αφετηρία της ανόδου του Στάλιν και της μαζικής τρομοκρατίας που αυτός επέβαλε μετά το 1929. Ο σταλινισμός είναι συνέχεια του λενινισμού, όπως δείχνει η σύγχρονη ιστορική έρευνα, αλλά και όπως προκύπτει από την ανάλυση του πολιτικού λόγου του Λένιν. Είναι γνωστό ότι ο Λένιν εξομοίωνε το κόμμα των Μπολσεβίκων, του οποίου ήταν αρχηγός, με τους γάλλους Ιακωβίνους ακόμη και πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση και ότι διατήρησε τον ιακωβινισμό του ως τον θάνατό του.

Ο ιακωβινισμός δεν είναι τίποτε άλλο από...
τη σωτηριολογική αποστολή που απέδιδαν οι Ιακωβίνοι - οι πρωταγωνιστές της Γαλλικής Επανάστασης στην πιο ριζοσπαστική της φάση - στους ίδιους και στη βούληση να εφαρμόσουν το πρόγραμμά τους ως το τέλος, χωρίς αναστολές και χωρίς ανοχή για οποιαδήποτε αντίσταση εκ μέρους των αντιπάλων τους που ορίζονται εξ αρχής «εχθροί του λαού». Ο Λένιν δανείζεται τον όρο αυτόν από τον Ροβεσπιέρο και τον χρησιμοποιεί ακόμη και πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση. Ο Στάλιν στη συνέχεια χρησιμοποιεί συστηματικά αυτόν τον όρο για να εξολοθρεύσει τους αντιπάλους του, όπως αποκάλυψε ο Χρουστσόφ το 1956 στο 20ό Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης. Από τότε διαδόθηκε η ιδέα ότι ο Στάλιν παρέκκλινε από την πολιτική και το πνεύμα του Λένιν, ότι αυτός είναι που ευθύνεται για ό,τι αυταρχικό, άδικο και δολοφονικό αποδόθηκε στο κομμουνιστικό σύστημα διακυβέρνησης. Αντίθετα ο Λένιν ήταν, σύμφωνα με αυτή την άποψη, βαθύτατα ανθρωπιστής και η βία που άσκησε ήταν αναγκαία και περιορισμένη, εφόσον κάθε επανάσταση προϋποθέτει τη χρήση της.

Σκληρότερος από τον Στάλιν

Εδώ όμως έχουμε να κάνουμε με έναν μύθο. Ο «ανθρωπισμός» του Λένιν ήταν απόμακρος. Αγαπούσε την ανθρωπότητα «μέσα από ένα νέφος μίσους», όπως έγραφε ο Μαξίμ Γκόρκι. Οπως και ο Ροβεσπιέρος, αγαπούσε τον λαό όχι έτσι όπως είναι, αλλά όπως κατά την κρίση του θα όφειλε να γίνει με το πέρας της επανάστασης και την ολοκλήρωση του έργου της. Ούτε είναι αλήθεια ότι ο Στάλιν ήταν σκληρότερος από τον Λένιν ή ότι στρέβλωσε το πολιτικό πρόγραμμα και τις αρχές του. Ο σκληρότερος από τους δύο ήταν ο Λένιν, κατά τη μαρτυρία του Βιάτσεσλαβ Μολότοφ όταν στα γεράματά του ρωτήθηκε πάνω στο θέμα. Μάλιστα πρόσθεσε ο Μολότοφ: «Θυμάμαι ότι ο Λένιν επέκρινε τον Στάλιν για την επιείκειά του». Αλλά και χωρίς την καταγραμμένη αυτή μαρτυρία του Μολότοφ, η προσεκτική ανάγνωση των πολιτικών κειμένων του Λένιν αλλά και η μελέτη της πολιτικής που εφάρμοσε οδηγούν σε αυτό το συμπέρασμα.

Ο Λένιν ήταν αμείλικτος και αδίστακτος στη χρήση μαζικής βίας. «Τα μεγάλα προβλήματα της πολιτικής ελευθερίας και της ταξικής πάλης λύνονται σε τελευταία ανάλυση μονάχα με τη βία» είχε πει σε μια φημισμένη φράση του. Από το 1906 μιλάει για την ανάγκη χρήσης βίας χωρίς οίκτο κατά του ταξικού εχθρού. Τον Αύγουστο του 1918 ζητάει σε δύο τηλεγραφήματά του να εφαρμοστεί «αλύπητη μαζική τρομοκρατία εναντίον των κουλάκων, των παπάδων και των λευκών φρουρών» και να κρεμαστούν τουλάχιστον πενήντα κουλάκοι και να φαίνονται από μακριά «για να μπορεί να τους βλέπει ο λαός, να τρέμει, να γνωρίζει ότι πνίγουν μέχρι θανάτου τους κουλάκους που πίνουν το αίμα του».

H εξουσιαστική ακράτεια


Μπορεί να αντιταθεί σε αυτό ότι το έργο του Λένιν δεν συνοψίζεται σε αυτή την προσήλωση στη βία. Ο λόγος για τον οποίον πρέπει να τονιστεί σήμερα όμως έχει να κάνει με την πολιτική κληρονομιά του λενινισμού που μπορεί να συνοψιστεί με δύο λέξεις που είναι η ακράτεια της εξουσίας. Αν δείχνει κάτι η δημοσίευση της Μαύρης Βίβλου του κομμουνισμού που έκανε τον γύρο του κόσμου από το 1997 όπου κυκλοφόρησε στην πρώτη γαλλική έκδοση, αυτό είναι πού οδήγησε αυτή η ακράτεια της εξουσίας που συνοδεύει την πολιτική θεωρία και πράξη της λενινιστικής παράδοσης.

Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στον ορισμό που δίνει ο Λένιν στην έννοια της δικτατορίας τον Μάιο του 1918. «Δικτατορία σημαίνει εξουσία χωρίς κανέναν φραγμό, που δεν περιορίζεται από κανέναν νόμο ή κανόνα και βασίζεται αποκλειστικά στον καταναγκασμό». Ο ορισμός αυτός μέσα σε ένα εγχειρίδιο πολιτικής επιστήμης θα ήταν κοινότοπα αποδεκτός και ανώδυνος. Προερχόμενος από τον ηγέτη μιας εξουσίας που αυτοπροσδιορίζεται ως «δικτατορία του προλεταριάτου» και που τονίζει την ανάγκη να υπάρχει και να είναι «αιματηρή και αμείλικτη», δικαιολογεί απόλυτα τον χαρακτηρισμό της ως δικτατορία επί του προλεταριάτου. Οι θεωρητικές βάσεις αυτού του τύπου εξουσίας τοποθετούνται από τον Λένιν πολύ νωρίτερα και συγκεκριμένα από το 1902 στο έργο του «Τι να κάνουμε;». Εκεί τάσσεται υπέρ της δημιουργίας ενός κόμματος στη βάση μιας μυστικής στρατιωτικής οργάνωσης που σκοπό είχε να κατευθύνει την εργατική τάξη και όχι να κατευθύνεται από αυτήν. Και αυτοί που θα αναλάβουν την καθοδήγηση είναι οι αυτοδιορισμένοι απόστολοι της επανάστασης, οι Ιακωβίνοι, οι επαγγελματίες επαναστάτες, οι έχοντες γνώση για το καλό του συνόλου και κατέχοντες τα μέσα και τη βούληση να τα χρησιμοποιήσουν αδίστακτα. Αυτοί είναι και πρέπει να είναι οι έχοντες και κατέχοντες την απόλυτη εξουσία, όταν πετύχει το επαναστατικό τους εγχείρημα.

Αυτή η στάση δεν είναι απλώς μια θεωρία. Είναι θεωρία που εμπνέεται από ένα «όραμα», το οποίο όμως, αν το καλοεξετάσει κανείς, είναι το απότοκο μιας φαντασίωσης: όχι ενός ονειρεμένου κόσμου, αλλά της αφηρημένης δυνατότητας αναδημιουργίας του κόσμου. H σύλληψη αυτής της δυνατότητας συνεπαίρνει κυριολεκτικά αυτόν που την έχει και αυτή είναι που τον οδηγεί στην εξουσιαστική ακράτεια - τη σύγχρονη Υβρι που βρίσκεται στην ίδια την ιδέα της βίαιης επανάστασης, την ιδέα μιας παντοδυναμίας στο όνομα μιας ιστορικής αποστολής.

Οι σύγχρονοι «λενινιστές» βλέπουν στον Λένιν μόνο τη βούληση και τη δύναμη που θαυμάζουν, θεωρώντας την αιματοβαμμένη κληρονομιά που ο κομμουνισμός άφησε πίσω του ένα «λυπηρό» ατύχημα της Ιστορίας. Ανάμεσα στα λάθη τους υπάρχει και η άγνοια ενός άλλου Λένιν στο τέλος της ζωής του: εκείνου που χλεύαζε και κατακεραύνωνε τα «κομουνιστικά ψεύδη», όπως δεν δίσταζε να τα ονομάζει και που ήταν συνυφασμένα με την αποτυχία του όλου εγχειρήματος από την αρχή και την ιδεολογικοποίηση της πραγματικότητας εκ μέρους εκείνων που δεν ήθελαν να αναγνωρίσουν την αποτυχία αυτή. Οι σύγχρονοι «λενινιστές» συνεχίζουν να μην την αναγνωρίζουν προτιμώντας να ζουν στον κόσμο τους - κάτι που δεν επέτρεψε ποτέ στον εαυτό του ο ίδιος ο Λένιν.

--------------------------------
*Ο κ. Δημήτρης Δημητράκος είναι καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Άρθρο στο ΒΗΜΑ 25/1/04

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου